ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Ενώ λογικά θα έπρεπε, εφόσον απασχολούμαι επί πολλά χρόνια με τον δημόσιο χώρο, να έχω “μιθριδατική” συμφιλίωση με τα «κατά συνθήκην ψεύδη» του δημοσίου διαλόγου, συνεχίζω να ενοχλούμαι με όσα από αυτά επαναλαμβάνονται επετειακά, κάθε φορά που κάποια αρνητικά γεγονότα, μερικές φορές δραματικά, απειλούν να αποκαλύψουν την πραγματική αιτία της ανεπαρκούς προετοιμασίας μας για την αντιμετώπιση των φυσικών φαινομένων στο προ-καταστροφικό στάδιο και της απουσίας συντονισμού στο συν-καταστροφικό στάδιο (όπως ορίζει τα στάδια αυτά ο καθηγητής Ευθύμιος Λέκκας).
Ισχυρίζομαι ότι οι δημοτικές και οι περιφερειακές εκλογές δεν έκρυβαν “εκπλήξεις”, όπως χαρακτηρίστηκαν ορισμένα από τα εκλογικά αποτελέσματα στον δημόσιο διάλογο και στις εκτιμήσεις των περισσότερων μέσων μαζικής ενημέρωσης
Κατά τη γνώμη μου αισθάνονται “εκπλήξεις” όσοι κάνουν την υπόθεση εργασίας ότι οι σχέσεις Κεντρικής Διοίκησης – Περιφερειών – Δήμων είναι απολύτως ιεραρχικές σχέσεις και ότι αυτές επικαθορίζουν τις σχέσεις κεντρικών – περιφερειακών – τοπικών πολιτικών στελεχών και τελικά τις σχέσεις της πολιτικής κοινωνίας με την κοινωνία των πολιτών.
Διαβάζω ή ακούω στα μέσα μαζικής ενημέρωσης πολλές απόψεις οι οποίες, με αφορμή το σοβαρό δυστύχημα στα Τέμπη, δικαιολογημένα εξαπολύουν μύδρους ενάντια στο “πελατειακό κράτος” και προτείνουν τη βελτίωση των δημόσιων πολιτικών που αφορούν τη δημόσια διοίκηση και γενικότερα το κράτος μας: Να εφαρμοστεί η αξιοκρατία στις προσλήψεις και την εξέλιξη του προσωπικού των δημοσίων φορέων, να βελτιωθεί η οργάνωση και οι λειτουργίες τους και να επιταχυνθεί η ψηφιοποίησή τους, να συντμηθούν οι διαδικασίες υλοποίησης των έργων και των προγραμμάτων, αλλά με διατήρηση της διαφάνειας και να αξιοποιηθεί η τεχνογνωσία των ξένων εμπειρογνωμόνων, ώστε να γίνουμε ένα ευρωπαϊκό κράτος.
Εκτιμώ όμως ότι οι μεν μύδροι απλώς εκτονώνουν την οργή των πολιτών, οι δε προτάσεις, παρά την καλοπροαίρετη διάθεση όσων τις διατυπώνουν, τελικά είναι “ευχές” που επαναλαμβάνονται συνήθως μετά από μεγάλες φυσικές ή ανθρωπογενείς καταστροφές, αλλά δεν έχουν σοβαρές ελπίδες να εφαρμοστούν εάν δεν ληφθεί υπόψη η “αχίλλειος πτέρνα” του πολιτικού συστήματός μας, όπως αυτή αναδεικνύεται από την εμπειρία της Μεταπολίτευσης
Επανήλθε τις τελευταίες ημέρες στο δημόσιο διάλογο και με αφορμή τις επιπτώσεις της «Μήδειας» η περίφημη ρήση «Χρειάζεται ξεκαθάρισμα αρμοδιοτήτων μεταξύ των Δημοσίων φορέων και των επιπέδων της Διοίκησης».
Εγώ δεν συμφωνώ ότι «Χρειάζεται ξεκαθάρισμα αρμοδιοτήτων» γιατί η διατύπωση αυτή υπονοεί μια λύση που δεν υπάρχει και απλώς αποπροσανατολίζει αφελώς ή ηθελημένα από το πραγματικό πρόβλημα.
Θα προσπαθήσω να αποδείξω γιατί η λύση που υπονοείται δεν υπάρχει, ιδιαίτερα εάν ως λύση θεωρείται το νομικό ξεκαθάρισμα των αρμοδιοτήτων μεταξύ των Υπουργείων, των Περιφερειών και των Δήμων με ένα νέο Κώδικα Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Ένα από τα συστατικά στοιχεία του δημόσιου βίου της χώρας μας είναι το δημόσιο μάνατζμεντ, δηλαδή η πολιτική και διοικητική διεύθυνση των δημόσιων πολιτικών. Έχω επανειλημμένα εξηγήσει ότι η ελληνική γλώσσα αποδίδει ως “δημόσια διοίκηση” τόσο το public administration όσο και το public management, με αποτέλεσμα το δεύτερο να μην είναι κατανοητό ως έννοια στην κοινωνία μας και επομένως να είναι ακατανόητη και οποιαδήποτε πρόταση για τη βελτίωσή του.
Κατά συνέπεια, για να αποκτήσει η έννοια αυτή περιεχόμενο και κοινωνική αξία αναγκάζομαι να χρησιμοπoιήσω τον όρο “δημόσιο μάνατζμεντ”, που δανείζεται περιεχόμενο και αξία από τη διοίκηση των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Ένας άλλος όρος που χρησιμοποιώ είναι η “διακυβέρνηση”, αλλά έχει το μειονέκτημα ότι δεν έχει διοικητικά και κοινωνικά καταξιωμένη εφαρμογή, οπότε ο καθένας μπορεί να εννοεί ό,τι νομίζει ή να μην εννοεί τίποτα.
Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι χωρίς τα μνημόνια δεν θα είχαν γίνει πολλές από τις μεταρρυθμίσεις οι οποίες βοήθησαν τη χώρα μας να αντιμετωπίσει παθογένειες που οδήγησαν στην οικονομική κρίση, αλλά έγιναν και λάθη που τα αναγνώρισαν οι “θεσμοί”.
Υπάρχει όμως και μια δέσμη μεταρρυθμίσεων για την οποία, παρότι το ισοζύγιο θετικών – αρνητικών επιπτώσεων από τα μέτρα που επέβαλαν οι “θεσμοί” είναι μέχρι σήμερα αρνητικό, αυτό δεν έχει αναδειχθεί. Πρόκειται για τις μεταρρυθμίσεις της δημόσιας διοίκησης, για τις οποίες εκπονήθηκε και η μελέτη του ΕΛΙΑΜΕΠ «Μεταρρυθμίσεις στη Δημόσια Διοίκηση στη διάρκεια της κρίσης» (2018), με συντονίστρια την καθηγήτρια Καλλιόπη Σπανού.
Οι κρίσεις του κορονοϊού και του Μεταναστευτικού–Προσφυγικού ανέδειξαν τις δυνατότητες που έχει το πολιτικο-διοικητικό σύστημά μας να ενεργοποιεί ορισμένα χαρίσματα της φυλής μας, δεξιότητες και κοινωνικές αξίες που είναι κρυμμένες σε ομαλές περιόδους: την έγκαιρη πρόβλεψη, την ταχύτητα στη λήψη των αποφάσεων, την αποτελεσματικότητα, την πολιτική ομοψυχία και την κοινωνική αλληλεγγύη.
Από ό,τι φαίνεται, η πίεση που ασκούν οι κρίσεις και οι απευκταίοι κίνδυνοι ενεργοποιούν τα ανακλαστικά μας, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και τις διοικητικές ικανότητες που απαιτεί το crisis management. [Χρησιμοποιώ τη μετάφραση στα αγγλικά γιατί η έννοια «διαχείριση κρίσεων» δεν έχει αποκτήσει στη χώρα μας επαρκή πολιτική και διοικητική υπόσταση, κοινωνική αναγνωρισιμότητα και επομένως σημασιολογική βαρύτητα].
Σε ανύποπτο χρόνο (στις 13.02.2019) διατύπωσα σε ένα άρθρο μου στη φιλόξενη ιστοσελίδα της “Μεταρρύθμισης” «Μια Αναθεωρητική Πρόταση για τη Μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης», την οποία στη συνέχεια ανέλυσα με ένα 39σέλιδο κείμενό μου στην ιστοσελίδα του «Ομίλου για τη Μελέτη των Δημόσιων Πολιτικών».
Με τα κείμενα αυτά αναθεωρώ κατά 90 μοίρες όποιες προσδιορίζουμε ως αναγκαίες διοικητικές μεταρρυθμίσεις τα τελευταία 25 χρόνια. Δηλαδή αντί για την ολιστική, εσωστρεφή και νομοθετική προώθηση των “εν σειρά” διοικητικών μεταρρυθμίσεων, που αποτελούν μια τομεακή δημόσια πολιτική, η οποία προσβλέπει στην εφαρμογή της από κάποιον “αυτόματο πιλότο”, προτείνω μια οριζόντια δημόσια πολιτική που αποτελείται από 10+2 κομβικές και καταλυτικές μεταρρυθμιστικές δράσεις, μόνον επιτελικών και εξωστρεφών λειτουργιών, με “συναίρεση” των δράσεων διοικητικής μεταρρύθμισης και ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, που υλοποιούνται “εν παραλλήλω”, αξιοποιώντας ως “παράθυρο ευκαιρίας” το πρώτο εξάμηνο της θητείας της επόμενης κυβέρνησης, με νομοθετικό πλαίσιο που συνοδεύεται από Πρόγραμμα υποστήριξης της εφαρμογής του.
Τα τελευταία 40 χρόνια, από την εποχή που εφαρμόστηκε η μεταρρύθμιση του Προγράμματος «Καποδίστριας», κυριαρχεί στο δημόσιο διάλογο που αφορά την Αποκέντρωση του Κράτους το σύνθημα «χρειάζεται μεταφορά αρμοδιοτήτων και πόρων».
Φροντίσαμε μάλιστα στη συνταγματική αναθεώρηση του 2001 να προσθέσουμε στο άρθρο 102 του Συντάγματος τη διατύπωση «Κάθε μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από κεντρικά ή περιφερειακά όργανα του Κράτους προς την τοπική αυτοδιοίκηση συνεπάγεται και τη μεταφορά των αντίστοιχων πόρων».
Τους τελευταίους μήνες παρακολουθώ και υπεύθυνους κυβερνητικούς παράγοντες να χρησιμοποιούν αυτή τη διατύπωση προκειμένου να εκφράσουν την πολιτική βούλησή τους, για την ενίσχυση της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης (δήμων και περιφερειών). Δυστυχώς η διατύπωση αυτή, ενώ επί της αρχής είναι σωστή, αποδεικνύεται στην πράξη ατελέσφορη.
Όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια με απασχολεί το πώς η χώρα μας θα διευρύνει το κοινωνικό κεφάλαιό της και ιδίως τους θεσμούς της και την εμπιστοσύνη της κοινωνίας σε αυτούς. Γιατί μόνον έτσι κάθε νέα Κυβέρνηση δεν θα μας θυμίζει τον Σίσυφο με το νομοθετικό έργο της.
Διότι κάνουμε λάθος όταν λέμε ότι “θεσμοθετούμε”, ενώ απλώς “νομοθετούμε”. Ένας νόμος για να γίνει “θεσμός” χρειάζεται να διασφαλιστεί η εφαρμογή του (να μη μείνει κρεμασμένος στο ΦΕΚ), να πετύχει τους ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους του, να επικοινωνηθεί στους πολίτες και να πετύχει την κοινωνική αναγνώριση, καταξίωση και στήριξη, άρα την εμπιστοσύνη των πολιτών και τη μακροημέρευσή του.
Από το 1974 μέχρι σήμερα έχουμε συμπληρώσει 45 χρόνια χωρίς να έχουμε καταφέρει να απομυθοποιήσουμε 7 «ελληνικούς μύθους» διοικητικής μεταρρύθμισης. Η νέα κυβέρνηση, που δείχνει να αντιλαμβάνεται την ανάγκη ουσιαστικών αλλαγών στους διοικητικούς θεσμούς, έχει την ευκαιρία να καινοτομήσει στο ξεκίνημα της θητείας της.
Θα προσπαθήσω να παρουσιάσω συνοπτικά τους 7 «ελληνικούς μύθους» διοικητικής μεταρρύθμισης, οι οποίοι έχουν κυριαρχήσει μέχρι σήμερα, διότι έχουν κερδίσει τη μάχη της νοηματοδότησης των λέξεων, τη μάχη επί των συμβολισμών.
Ορισμένοι κατακρίνουν το εκλογικό σύστημα για τους δήμους και τις περιφέρειες του νόμου 4555 του 2018 («Κλεισθένης»), θεωρώντας ότι αποτελεί απλή αναλογική που οδηγεί σε ακυβερνησία, ενώ άλλοι το υπερασπίζονται ως απλή αναλογική που δίνει τη δυνατότητα της «αντιπροσωπευτικότητας στην έκφραση του εκλογικού σώματος», σύμφωνα και με την Αιτιολογική Έκθεση του νόμου.
Και οι δύο πλευρές κάνουν λάθος. Το εκλογικό σύστημα δεν είναι απλή αναλογική, διότι εάν ήταν θα προέβλεπε ότι μετά την εκλογή των μελών του δημοτικού συμβουλίου, ο δήμαρχος θα εκλέγεται έμμεσα από το δημοτικό συμβούλιο, εκφράζοντας με προγραμματική σύνθεση δημοτικών παρατάξεων τη δημοτική πλειοψηφία.
Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών και των αυτοδιοικητικών εκλογών αλλάζουν το πολιτικό σκηνικό και οδηγούν τον πρωθυπουργό στην προκήρυξη πρόωρων βουλευτικών εκλογών.
Η κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις επόμενες εκλογές δεν θα κληθεί μόνο να εφαρμόσει το πρόγραμμά της, για το οποίο θα την έχει ψηφίσει ο λαός, αλλά θα έχει και το βαρύ ιστορικό καθήκον μιας υπέρβασης : Να αλλάξει το διχαστικό κλίμα και την πόλωση της τελευταίας επταετίας. Να επιδιώξει μια ευρεία πολιτική σύγκλιση και κοινωνική συναίνεση και μια αυξημένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, όχι μόνο για τα κλασικά εθνικά ζητήματα που αφορούν την εξωτερική πολιτική και την άμυνα της χώρας, αλλά και για τα ακόλουθα μείζονα ζητήματα :
Στις 26 Μαΐου γίνεται ο πρώτος γύρος των Αυτοδιοικητικών εκλογών, οι υποψήφιοι παρουσιάζουν τις προγραμματικές δεσμεύσεις τους και όσοι έχουν ήδη θητεία σε αιρετή θέση περιφέρειας ή δήμου, παρουσιάζουν και τον απολογισμό τους. Τους περισσότερους υποψηφίους τούς υποστηρίζουν κοινοβουλευτικά κόμματα με τα οποία έχουν ιδεολογικο-πολιτική συγγένεια και τα οποία προσδοκούν όχι μόνο να πιστωθούν την εκλογική νίκη τους, αλλά και να δείξουν επί του πεδίου πώς μπορεί να εφαρμοστούν οι ιδεολογικο-πολιτικές επιλογές τους.
Επειδή μια από τις σημαντικότερες, κατά τη γνώμη μου, αδυναμίες του πολιτικο-διοικητικού συστήματος και της κοινωνίας μας είναι η αδύνατη θεσμική μνήμη, προτείνω να κάνουμε μια συνοπτική αναδρομή στις σημαντικότερες διοικητικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις της Μεταπολίτευσης που αφορούν την αποκέντρωση και την τοπική αυτοδιοίκηση. Τόσο αυτές που έχουν παραμένουσα αξία, όσο και αυτές που έκλεισαν τον ιστορικό κύκλο τους.
Στο δημόσιο διάλογο συχνά χαριτολογούμε με τη ρήση του Εμμανουήλ Ροΐδη, που είχε διακηρύξει ότι «Εις νόμος απαιτείται εις αυτήν την χώραν, ο οποίος να επιτάσσει την εφαρμογήν όλων των υπολοίπων νόμων». Από το 1982 έχω συντονίσει δύο και έχω συμμετάσχει σε επτά νομοπαρασκευαστικές επιτροπές. Παρακολουθώντας στη συνέχεια την εφαρμογή των νόμων έχω καταλήξει με βεβαιότητα στο συμπέρασμα πως χρειάζεται να εκπονηθεί ο νόμος που πρότεινε ο Ροΐδης.
Οι νόμοι που εφαρμόζονται εύκολα, είναι όσοι προβλέπουν επιτακτικές διατάξεις που έχουν εξασφαλισμένες τις προϋποθέσεις εφαρμογής και των οποίων η μη εφαρμογή συνεπάγεται τουλάχιστον διοικητική ποινή για τους αρμόδιους (αιρετούς και υπαλλήλους).Οι νόμοι που δεν εφαρμόζονται εύκολα, είναι όσοι προβλέπουν σημαντικές αλλαγές που απαιτούν πρόσθετους πόρους (ανθρώπινους και υλικούς, τεχνογνωσία και οργάνωση) και δεν είναι ρεαλιστική η επιβολή διοικητικής ποινής στους αρμόδιους γιατί εύλογα θα επικαλεστούν την έλλειψη των πόρων αυτών. Κατά συνέπεια, οι νόμοι αυτοί πρέπει να συνοδεύονται από Επιχειρησιακό Σχέδιο Εφαρμογής τους ....
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Σε 3 μήνες έχουμε αυτοδιοικητικές εκλογές. Οι πολίτες καλούνται να επιλέξουν περιφερειάρχη και περιφερειακούς συμβούλους, τον δήμαρχο και τους δημοτικούς συμβούλους της πόλης τους.
Εκτιμώ ότι το πρώτο που θα κάνουν οι πολίτες είναι να αξιολογήσουν τους αιρετούς που διοικούν σήμερα την περιφέρεια και τον δήμο τους. Δηλαδή, εάν κατασκεύασαν τα αναγκαία έργα αντιπλημμυρικής προστασίας και πρόληψης των πυρκαγιών. Εάν συντήρησαν τους κοινόχρηστους χώρους και τα σχολεία. Εάν διασφάλισαν την καθαριότητα της πόλης και τη λειτουργία αθλητικών εγκαταστάσεων και πολιτιστικών κέντρων. Εάν αξιοποίησαν κοινωνικά προγράμματα για τη λειτουργία βρεφονηπιακών σταθμών και κέντρων υποστήριξης των ΑΜΕΑ. Εάν στήριξαν τους πολίτες με κοινωνικά παντοπωλεία και φαρμακεία.
Διάβασα την ανακοίνωση του ΑΠΕ–ΜΠΕ που αφορά το εισαγγελικό πόρισμα για την τραγωδία στο Μάτι και δεν έχω καμμία διάθεση να διατυπώσω τη γνώμη μου για το πόρισμα αυτό, με σεβασμό στην εκατόμβη των θυμάτων και στο δικαιικό σύστημα που επιχειρεί να καταλογίσει ευθύνες και να αποδώσει δικαιοσύνη.
Με ενεργοποίησαν όμως ορισμένα πολιτικά και δημοσιογραφικά σχόλια τα οποία, ηθελημένα ή άθελα, συσκοτίζουν δύο ελληνικούς “μύθους” του πολιτικο-διοικητικού συστήματός μας και μια διοικητική “παθογένεια” του δημόσιου μάνατζμεντ, που έχουν διαχρονικό χαρακτήρα, αλλά τα τελευταία χρόνια «το έχουν τερματίσει». Ο πρώτος ελληνικός “μύθος” : Φταίει το νομικό πλαίσιο.
Ο δεύτερος ελληνικός “μύθος” : Η αδυναμία αντιμετώπισης των δασικών πυρκαγιών οφείλεται στο γεγονός ότι έχουν αρμοδιότητες 17 φορείς.
Άλλη μια φορά θα προσπαθήσω να αντιπαρατεθώ απέναντι στην «επικαιρότητα», όπως αυτή αναδεικνύεται από τον τρέχοντα δημόσιο διάλογο, επειδή μας ωθεί να ψηφίσουμε στις εκλογές του Μαΐου με οδηγό το θυμικό και όχι τη λογική μας.
Η κυβέρνηση που θα συγκροτηθεί μετά τις επόμενες βουλευτικές εκλογές πρέπει να προκύψει από τη θετική ψήφο των πολιτών και όχι από μια αποθετική και θυμωμένη ψήφο, διότι χρειάζεται επαρκή πίστωση χρόνου, η οποία προϋποθέτει ομαλή πολιτική ζωή και ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις για τους κομβικούς θεσμούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας μας.
Στους θεσμούς αυτούς ανήκει το οργανωμένο και αποτελεσματικό κράτος. Ελάχιστοι πλέον δηλώνουν δημόσια ότι το κράτος πρέπει να είναι ταξικό, οι περισσότεροι αποδέχονται ότι το κράτος πρέπει να έχει τη διοικητική ικανότητα να υπηρετεί με αποτελεσματικότητα τις δημόσιες πολιτικές που προκρίνει ο λαός και εφαρμόζει η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση.
Αρνούμαι να ικανοποιήσω τους πονηρούληδες που πετάνε στα πόδια μας μπανανόφλουδες και κρυφογελάνε σαρδόνια και που φροντίζουν να διαμορφώνουν κάθε μέρα την ατζέντα του δημοσίου διαλόγου και τα περισσότερα πρωτοσέλιδα των συμπολιτευόμενων και των αντιπολιτευόμενων εφημερίδων, ώστε να συντηρείται η πόλωση και το τοξικό κλίμα.
Γι’ αυτό και αναρωτιέμαι, τι μπορεί να κάνει τους πολίτες να αντισταθούν σ’ αυτό το κλίμα, το οποίο ευνοεί την απογοήτευση και την παραίτηση, να σηκωθούν από τον καναπέ τους και να πάνε να ψηφίσουν στις εκλογές του Μαΐου 2019 και ποιές θετικές προσδοκίες θα μπορούσαν να έχουν για την επόμενη ημέρα;
Όλο και περισσότερο ανησυχώ για το τοξικό κλίμα και την πόλωση που κατακλύζουν τη πολιτική ζωή του τόπου μας και που όσο πλησιάζουμε στις εκλογές αυξάνονται εκθετικά.
Όχι μόνο γιατί ενεργοποιεί το κοινωνικό θυμικό και αδρανοποιεί τη λογική των ανθρώπων, ούτε μόνο γιατί απομακρύνει τους πολίτες από το πολιτικό σύστημα συνολικά, αλλά γιατί καθιστά σχεδόν αδύνατη μια ομαλή πολιτική ζωή μετά τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, την οποία τόσο έχει ανάγκη ο τόπος μας. «Νεο-αγανακτισμένοι» και ρεβανσισμός είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να διαδεχθεί το σημερινό τοξικό κλίμα και την πόλωση την επομένη ημέρα των βουλευτικών εκλογών
Γι’ αυτό και στη συζήτηση που κάνουμε στη φιλόξενη ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ θέλω να αναφερθώ πάλι στην επομένη ημέρα, επιλέγοντας την επομένη των αυτοδιοικητικών εκλογών, μήπως και συμβάλω στην αλλαγή της ατζέντας.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Αντί Επιλόγου
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεσμεύτηκε προγραμματικά στη ΔΕΘ για την αναμόρφωση και τη μεταβίβαση του ΕΝΦΙΑ στην τοπική αυτοδιοίκηση, με ισόποση μείωση της κρατικής χρηματοδότησής της και προχτές (25/9)παρουσίασε την πρότασή του στο διοικητικό συμβούλιο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ).
Δεν μπορεί να έχουμε αντίρρηση επί της αρχής για τη μεταβίβαση των φόρων ακίνητης περιουσίας στους δήμους, αλλά ο δημόσιος διάλογος που έχει ανοίξει για το ζήτημα αυτό δείχνει πως οι προεκλογικές μυλόπετρες δεν αφήνουν το περιθώριο για έναν ουσιαστικό διάλογο, που θα αφορά στις αναγκαίες προϋποθέσεις, το περιεχόμενο, τους όρους και το χρονοδιάγραμμα μιας τόσο σοβαρής φορολογικής και διοικητικής μεταρρύθμισης
Όλες οι ενδείξεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι θα έχουμε βουλευτικές εκλογές το αργότερο τον επόμενο Μάιο και η ομιλία του πρωθυπουργού στην Ιθάκη έδωσε τον τόνο όχι μόνο της προεκλογικής εκστρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και της μετεκλογικής πολιτικής λειτουργίας του, η οποία όπως σωστά επισημαίνει σε άρθρο του στο Protagon ο Μιχάλης Μιχαήλ προετοιμάζει την πόλωση στην οποία θα επιχειρήσει να εγκλωβίσει την κεντροαριστερά.
Αυτή η πόλωση κατά τη γνώμη μου όχι μόνον επιχειρεί να εγκλωβίσει ή να διχάσει το ΚΙΝΑΛ και όποιο άλλο κόμμα του μεσαίου χώρου έχει κοινοβουλευτική παρουσία στην επόμενη Βουλή, αλλά υπάρχει ο κίνδυνος να λειτουργήσει διχαστικά στο κοινωνικό σώμα και να μην επιτρέψει πολιτικές συγκλίσεις και κοινωνικές συναινέσεις σε μείζονα εθνικά θέματα.
Το άρθρο του Κώστα Σοφούλη «Ανατομία της δολοφονικής αποστελέχωσης του Δημοσίου με παρακίνησε να αναφέρω συμπυκνωμένες ορισμένες εμπειρίες μου από το ελληνικό δημόσιο μάνατζμεντ (public management).
Υπηρετώντας από το 1982 τον δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα (χωρίς να είμαι δημόσιος υπάλληλος), 17 χρόνια σε θέσεις διοικητικής ευθύνης, 7 χρόνια ως αιρετός της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης και τα υπόλοιπα σε συμβουλευτικό ρόλο, έχω συμπυκνώσει τις γνώσεις και τις εμπειρίες μου σε ένα κεφάλαιο με τίτλο «Συμβουλές και προτροπές σε ένα νέο μάνατζερ» του δεύτερου βιβλίου μου, από το οποίο αντιγράφω ένα απόσπασμα.
Η επικοινωνιακή διαχείριση της τραγωδίας της 23ης Ιουλίου στην Ανατολική Αττική απέδειξε πως η “διακυβέρνηση δια της επικοινωνίας” έχει τα όριά της.
Πριν από λίγα χρόνια, περιλάμβανα τη “διακυβέρνηση δια της επικοινωνίας” σε 14 “ιδιοτυπίες του ελληνικού δημόσιου μάνατζμεντ”, τονίζοντας τα εξής:
Η τραγωδία στην Ανατολική Αττική καθρεφτίζει για άλλη μια φορά την σκοτεινή πλευρά της κοινωνίας μας και του πολιτικού και διοικητικού συστήματος της χώρας μας.
Συμφωνώ ότι, σε όσους είχαν την πολιτική διεύθυνση των δομών και των λειτουργιών της πολιτικής προστασίας, πρέπει να αποδοθούν οι πολιτικές ευθύνες για τα αποτελέσματα αυτής της πυρκαγιάς, έστω και αν πράγματι οι καιρικές συνθήκες ήταν ακραίες. Άλλωστε οι πολιτικοί εκτός της υποκειμενικής ευθύνης που έχουν για τυχόν παραλείψεις τους, έχουν και την αντικειμενική ευθύνη εκ του θεσμικού ρόλου τους.
Οι συζητήσεις του Προέδρου Μακρόν με την Καγκελάριο Μέρκελ για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις της Ευρωζώνης επαναφέρουν στην επικαιρότητα το ζήτημα των σχέσεων της χώρας μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και ειδικότερα με την Ευρωζώνη.
Δυστυχώς στη χώρα μας και αυτό το ζήτημα φιλτράρεται από το θυμικό και καταλήγει στο μανιχαϊστικό δίπολο «υπέρ ή κατά» της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο δημόσιος πολιτικός διάλογος απογειώνεται όλο και περισσότερο. Ντύνεται με ιδεολογισμούς και ιδεολογικούς συμβολισμούς που έχουν επικοινωνιακή στόχευση και κρύβουν τη γύμνια των επιχειρημάτων και την ανικανότητα παραγωγής πρακτικών αποτελεσμάτων επί του πεδίου της πραγματικής πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής.
Σέβομαι τις ιδεολογικές διακηρύξεις των μεγάλων πολιτικών οικογενειών της Ευρώπης και ιδίως του Ευρωπαϊκoύ Σοσιαλιστικού Kόμματος (PES) και του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Kόμματος (EPP), καθώς και των ελληνικών πολιτικών κομμάτων που ανήκουν στις οικογένειες αυτές.
1. Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν επιχειρηθεί αρκετές μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις στη Δ.Δ. Ποια είναι η εμπειρία που προκύπτει από αυτές;
Κατά τη γνώμη μου, οι σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις της Δημόσιας Διοίκησης, περιλαμβανομένης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Τ.Α.), κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης, είναι οι ακόλουθες:
Η παράγρ. Γ.5.1. του άρθρου 3 του νόμου 4336/14.9.2015 (3ο μνημόνιο), έχει ως εισαγωγή την ακόλουθη διατύπωση : «Οι Αρχές προτίθενται να εκσυγχρονίσουν και να ενισχύσουν σημαντικά την ελληνική διοίκηση και να εφαρμόσουν, σε στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ένα πρόγραμμα οικοδόμησης ικανοτήτων και αποπολιτικοποίησης της ελληνικής διοίκησης».
Ο όρος «αποπολιτικοποίηση» εμφανίζεται σε νομοθετικό κείμενο για πρώτη φορά από το 1974 μέχρι σήμερα. Επίσης, από τις 10 σημαντικές Εκθέσεις Εμπειρογνωμόνων της περιόδου 1950–1998, μόνο σε μία εμφανίζεται ανάλογη ρητή διατύπωση, αν και οι περισσότερες από τις Εκθέσεις αυτές πρότειναν μέτρα για την προώθησή της. Πρόκειται για την «Έκθεση για τη Μεταρρύθμιση και τον Εκσυγχρονισμό της Δημόσιας Διοίκησης» του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης, με Υπουργό τον Νικόλαο Θέμελη (1990).
Προχτές ο Πρωθυπουργός και η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης ανακοίνωσαν σε σχετική εκδήλωση στο Μουσείο Μπενάκη μια τριετή Εθνική Στρατηγική για τη Δημόσια Διοίκηση (2017–2019).
Έστω και με καθυστέρηση ενάμισυ χρόνου και ενόψη της επόμενης αξιολόγησης, η Κυβέρνηση ανταποκρίθηκε στη δέσμευση του νόμου 4336/14.08.2015 (δηλαδή του 3ου Μνημονίου), ο οποίος προβλέπει στο άρθρο 3.Γ.5.1 ότι «θα καθοριστεί διεξοδική τριετής στρατηγική για μεταρρυθμίσεις μέχρι τον Δεκέμβριο του 2015 σε συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και με πλήρη αξιοποίηση κάθε διαθέσιμης τεχνικής συνδρομής» και ότι «τα βασικά στοιχεία της στρατηγικής αυτής θα είναι η αναδιοργάνωση των διοικητικών δομών, ο εξορθολογισμός των διοικητικών διαδικασιών, η βελτιστοποίηση των ανθρώπινων πόρων, η ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας, η ηλεκτρονική δημόσια διοίκηση (e-government), μια επικοινωνιακή στρατηγική κλπ».
Τις τελευταίες ημέρες έχει ζεσταθεί για τα καλά ο δημόσιος διάλογος για το εγχείρημα της δημιουργίας του νέου ενιαίου φορέα του προοδευτικού κέντρου και της κεντροαριστεράς.
Αυτό έκανε και τον αγαπημένο μου ανηψιό, τον Μάριο, να έρθει να με βρεί για να μου πεί τις απόψεις του, ελπίζοντας πως θα τις δημοσιοποιήσω, «για να ακουστεί επιτέλους και η νέα γενιά». Δεν του χαλάω χατήρι, γιατί μου θυμίζει τη γενιά μου στην ηλικία του, οπότε μεταφέρω αυτούσια τη συζήτησή μας :
Τελειώνει ο Αύγουστος, μπαίνει ο Σεπτέμβρης και τα επιτελεία των κομμάτων ετοιμάζουν τις ανακοινώσεις των αρχηγών τους στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Δεν ξέρουμε το περιεχόμενό τους αλλά είναι σίγουρο ότι θα κυριαρχούν οι λέξεις «πρόγραμμα» και «προγραμματίζουμε» .....
Παράλληλα, παρακολουθούμε σχεδόν καθημερινά την πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ των κομμάτων εξουσίας για τα ζητήματα της επικαιρότητας και διαπιστώνουμε ότι η επωδός των ανακοινώσεων της κυβέρνησης είναι ότι «προγραμματίζει να αντιμετωπίσει το ζήτημα» και της αντιπολίτευσης που την κατηγορεί ότι «δεν προγραμμάτισε έγκαιρα να αντιμετωπίσει το ζήτημα».
Όσοι νέοι έλληνες πολιτικοί φιλοδοξούν να συμμετέχουν τα επόμενα χρόνια στην πολιτική διεύθυνση της χώρας μας, θα πρέπει να ξεχάσουν ό,τι έμαθαν στο Πανεπιστήμιο και στις τυχόν μεταπτυχιακές σπουδές τους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το ελληνικό δημόσιο μάνατζμεντ έχει πολλές «ιδιοτυπίες».
Για παράδειγμα, το 2007 η Άννα Διαμαντοπούλου σε μια σύσκεψη προγραμματικού χαρακτήρα, μας ανέφερε μια σημαντική διαπίστωση από την εμπειρία της ως Επιτρόπου της Ε.Ε. : Οι βορειοευρωπαϊκές χώρες ασκούν τη διοίκηση της δημόσιας διοίκησης με «πρόβλεψη και μεσοχρόνιο σχεδιασμό και προγραμματισμό», ενώ η χώρα μας μαζί με άλλες νοτιοευρωπαϊκές χώρες με «δοίκηση κρίσεων».
Παρακολουθώντας αυτές τις ημέρες τον δημόσιο διάλογο που κυριαρχείται από το ζήτημα της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, αντιλαμβανόμαστε για άλλη μια φορά πόσο δύσκολο είναι το πολιτικό σύστημα και η κοινωνία μας να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο της σκιαμαχίας επί των συμβολισμών και να ενσκύψουν επί της ουσίας των πραγμάτων. Η συγκυρία αυτή με αναγκάζει να επανέλθω στο ζήτημα της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων. Και εξηγούμαι.
Καθημερινά διαπιστώνουμε ότι τόσο σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, όσο και σε εθνικό επίπεδο, η εποχή μας χαρακτηρίζεται από έναν αυξανόμενο μανιχαϊσμό που δεν στηρίζεται τόσο στη λογική όσο στο θυμικό και προβάλλει έναν απλουστευτικό διπολισμό σε όλα τα πεδία της δημόσιας ζωής.
Βέβαια η ανθρωπότητα έχει γνωρίσει σε πολλές περιόδους της ιστορίας της την διπολικότητα, με πιο πρόσφατη την περίοδο του ψυχρού πολέμου. Η διεθνής κοινότητα όμως κατάφερε να σταθεροποιήσει μια διεθνή ισορροπία με τη συμφωνία για «συνύπαρξη» του δυτικού και του ανατολικού μπλόκ, με τους διεθνείς οργανισμούς και με τις διακρατικές συμφωνίες
Σε πρόσφατο άρθρο μου στο metarithmisi.gr εξέφρασα την εκτίμηση ότι η πολιτική “argot” του δημοσίου διαλόγου αφορά μόνο την πολιτική κοινωνία και όχι την κοινωνία των πολιτών, ότι δεν αρκούν πλέον οι αρχές, οι αξίες και τα οράματα της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας και ότι χρειάζονται πλέον πολύ λίγες αλλά συγκεκριμένες προγραμματικές δεσμεύσεις, με χειροπιαστά αποτελέσματα για την καθημερινή ζωή των πολιτών, το μέλλον το δικό τους και των παιδιών τους.
Αλλιώς θα συνεχίσουν να λιγοστεύουν οι πολίτες που πείθονται, εμπνέονται και κινητοποιούνται από αυτές τις αρχές, τις αξίες και τα οράματα. Στο άρθρο αυτό αυτοδεσμεύτηκα, ενώ έχω εκπονήσει μια αναλυτική «Τριετή Στρατηγική Μεταρρυθμίσεων της Δημόσιας Διοίκησης», να προτείνω τις 3 – 4 κομβικές παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν καταλυτικά στη δημιουργία μιας αποτελεσματικής και φιλικής Δημόσιας Διοίκησης.
Παρακολουθώ με ιδιαίτερη προσοχή το δημόσιο διάλογο που διεξάγεται στις εφημερίδες και σε sites, όπως το metarithmisi.gr, για την ανάγκη ενός νέου πολιτικού φορέα, ως ενδιάμεσου πόλου μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ.
Παρακολουθώ με ιδιαίτερη προσοχή τις απόψεις που διατυπώνονται για το τι πρέπει να αποφύγει ο νέος πολιτικός φορέας : τον λαϊκισμό, τις πελατειακές σχέσεις, την ασυδοσία της αγοράς και τον κρατισμό. Παρακολουθώ με ιδιαίτερη προσοχή τις προτάσεις που διατυπώνονται για τις βασικές προγραμματικές επιλογές που πρέπει να περιέχει το πολιτικό πρόγραμμα του νέου φορέα : ενίσχυση της δημοκρατικών θεσμών, βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη με διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, αποκέντρωση με ενίσχυση της τοπικής αυτοδιοίκησης, δίκαιο φορολογικό σύστημα, αναβάθμιση της παιδείας και στήριξη του κοινωνικού κράτους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το πόρισμα της Επιτροπής Διαλόγου και Θέσεων για τις Προοδευτικές Μεταρρυθμίσεις.
Φοβάμαι όμως ότι αυτός ο δημόσιος διάλογος, αυτές οι απόψεις και αυτές οι προτάσεις ενδιαφέρουν πια πολύ λίγους πολίτες, τους πολίτες που συνεχίζουν να εμπνέονται από ιδεολογικά πρότυπα ή νιώθουν συναισθηματικούς συνειρμούς με παλιότερες εποχές. Αλλά και αυτοί οι πολίτες όλο και λιγοστεύουν, γιατί συνειδητοποιούν ότι τελικά όλες αυτές οι λέξεις που χρησιμοποιούμε αποτελούν μια πολιτική “argot” και αφορούν την πολιτική κοινωνία και όχι την κοινωνία των πολιτών
Ένας από τους μύθους που κυκλοφορούν στο δημόσιο διάλογο είναι ότι το Κράτος και ειδικότερα η Δημόσια Διοίκηση δεν μπορεί να αποτελέσει το πεδίο μιας εθνικής συνεννόησης, αλλά πως πρέπει να προσαρμόζεται στο εκάστοτε κυβερνητικό κόμμα, δηλαδή να γίνεται Κεντροδεξιά Δημόσια Διοίκηση ή Κεντροαριστερή Δημόσια Διοίκηση ή Δημόσια Διοίκηση όποιας άλλης πολιτικής κατεύθυνσης επιλέξει ο λαός στις βουλευτικές εκλογές.
Εκτιμώ ότι ήρθε η ώρα να συνειδητοποιήσουμε ότι η Δημόσια Διοίκηση ενός Ευρωπαϊκού Κράτους και γενικότερα ενός αναπτυγμένου δημοκρατικού Κράτους πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι ικανή, αποτελεσματική και αποδοτική, προκειμένου να εφαρμόζει τις δημόσιες πολιτικές (public policies) που εγκρίνει ο λαός στις εκλογές και που δεσμεύεται να εφαρμόσει η εκάστοτε Κυβέρνηση.
Ο νόμος 4336/2015 (3ο Μνημόνιο) έχει ως προγραμματική δέσμευση «τη νομοθέτηση του νέου πλαισίου αξιολόγησης των επιδόσεων όλου του προσωπικού» και «την επανεξέταση και εφαρμογή της νομοθεσίας επιλογής διευθυντικών στελεχών». Δηλαδή καλούμαστε για άλλη μια φορά να φτιάξουμε καινούργιους νόμους.
Υπάρχει κανείς στη χώρα μας που να πιστεύει ότι θα πάψει ο «Σίσυφος» να κουβαλάει κάθε λίγα χρόνια τους νόμους για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων, την προαγωγή τους και την επιλογή προϊσταμένων των οργανικών μονάδων, χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα ;
ΜΥΘΟΣ 1: Η αποτελεσματικότητα του κράτους εξαρτάται από το μέγεθός του.
ΜΥΘΟΣ 2: Μειώνουμε τα υπουργεία όταν τα "συνενώνουμε", οπότε μειώνεται και ο αριθμός των υπουργών και έχουμε καλύτερο συντονισμό.
Μετά από 33 χρόνια που προσπαθώ να συμβάλλω στην ορθολογική αντιμετώπιση των ζητημάτων που απασχολούν το πολιτικό και διοικητικό σύστημα της χώρας μας, αναρωτιέμαι μήπως, όσοι το προσπαθούμε αυτό, υποτιμούμε την κοινωνική ψυχολογία του λαού μας.
Μήπως ο λαϊκισμός είναι μια χρήσιμη «παραμυθία» του λαού μας. Δηλαδή, μια αναγκαία παρηγοριά, μια ωφέλιμη ανακούφιση από τη θλίψη και τον ψυχικό πόνο που του προκαλεί η σκληρή πραγματικότητα.
Προκειμένου να προσδιορίσουμε το ρόλο και τις σχέσεις των Περιφερειών και των Δήμων στο πολιτικό και διοικητικό σύστημα της χώρας μας, είναι αναγκαίο να ξεκινήσουμε από τα σχετικά προβλήματα που υπάρχουν σήμερα και από τις αιτίες αυτών.
Κατά τη γνώμη μου, τα σημαντικότερα προβλήματα που υπάρχουν είναι οι επικαλύψεις των αρμοδιοτήτων Δήμων και Περιφερειών και η έλλειψη αποτελεσματικής συνεργασίας της Κεντρικής Δημόσιας Διοίκησης, των Περιφερειών και των Δήμων, τα οποία οφείλονται :
Το ΕΣΠΑ 2014–2020 και το νέο κανονιστικό πλαίσιο (Ν.4314/2014), προσφέρουν τη δυνατότητα μιας νέας αντίληψης (concept) για το ρόλο του Υπουργείου Οικονομίας, με βάση τις νομοθετημένες αρμοδιότητές του και αξιοποιώντας την ικανότητα και την εμπειρία των στελεχών των Ειδικών Υπηρεσιών του, προκειμένου να διευρύνει τις λειτουργίες του, που αφορούν στον Συντονισμό και την Υποστήριξη του Προγραμματισμού και της Εφαρμογής των Αναπτυξιακών Προγραμμάτων.
ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Το Σύνταγμα στο άρθρο 102 αναφέρει τα ακόλουθα :
«Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού. Υπέρ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης συντρέχει τεκμήριο αρμοδιότητας για την διοίκηση των τοπικών υποθέσεων. Νόμος καθορίζει το εύρος και τις κατηγορίες των τοπικών υποθέσεων, καθώς και την κατανομή τους στους επί μέρους βαθμούς. Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους. Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης έχουν διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια…..
Ο κύριος Δαμιανός Οικονομίδης ξύπνησε σήμερα πλημμυρισμένος με έντονα αλλά και ανάμικτα συναισθήματα. Αναλαμβάνει να διοικήσει ως διευθύνων σύμβουλος μια μεγάλη πολυμετοχική επιχείρηση.
Είναι χαρούμενος που ήρθε η σειρά του να αποδείξει ότι αξιοποιώντας τις γνώσεις και τις ικανότητές του, θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις πολύ ψηλές απαιτήσεις αυτού του ρόλου.
Είναι όμως ανήσυχος γιατί ξέρει πως πρέπει να μη χάσει ούτε μια μέρα, ξεκινώντας αμέσως τη μεταρρύθμιση της θέσης και των σχέσεων της επιχείρησης με το επιχειρηματικό περιβάλλον της και πως χρειάζεται ένα καινούριο όραμα για το ρόλο της στη νέα εποχή, βασισμένο σε ένα σύγχρονο αξιακό πλαίσιο.
Το παρακάτω διήγημα «επιστημονικής φαντασίας» το έγραψα το 1990, προσπαθώντας να περιγράψω το Δήμο του 21ου αιώνα. Το δημοσίευσα το 2000 στο βιβλίο μου «Οι Αναπτυξιακοί θεσμοί της Αυτοδιοίκησης», Εκδόσεις Λιβάνη. Το ύφος του διηγήματος δεν ταιριάζει βέβαια με την καρτεσιανή δομή των άλλων κειμένων, περιέχει όμως κατά τη γνώμη μου με πολύ αυθεντικό τρόπο αρκετά πολιτικά μηνύματα και δείχνει ότι χωρίς φαντασία, όνειρα και ελπίδα, χωρίς όραμα, η δημοτική πολιτική είναι αφυδατωμένη και ξύλινη. Παρότι μας χωρίζουν είκοσι πέντε χρόνια από τότε που γράφτηκε το κείμενο αυτό, τα μηνύματα και το όραμά του είναι ακόμη επίκαιρα.
Μια Νέα Αφήγηση για τη Μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης. >>